Σε τηλεοπτική εκπομπή, ρεπορτάζ δείχνει τρόπους μέσω των οποίων επιδιώκεται από ανθρώπους γρήγορη και εύκολη απώλεια βάρους και βελτίωση της εικόνας τους, όπως κάποιες ελαστικές βερμούδες, τσάι αδυνατίσματος και κρέμες εξάλειψης τοπικού πάχους κ.α. Κάποια άτομα σε συνεργασία με την εκπομπή κάνουν χρήση των παραπάνω προϊόντων που υπόσχονται εμφανή αποτελέσματα μέσα σε 20… ! μέρες ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες χρήσης. Προκύπτει ότι η χρήση τους δεν έχει αποφέρει κανένα απολύτως αποτέλεσμα.
Κι όμως τα παραπάνω όπως και πολλά άλλα που υπηρετούν αντίστοιχη φιλοσοφία αγοράζονται μαζικά από ανθρώπους που θέλουν να αλλάξουν κάτι στη ζωή τους, αποφέροντας κέρδη εκατομμυρίων σε εταιρείες αλλά χωρίς να πραγματοποιούν αυτό που υπόσχονται.
Το ότι σχετικές μέθοδοι έχουν τεράστια εμπορική επιτυχία αφορά ότι ανταποκρίνονται σε κάποια σημαντική ανθρώπινη ανάγκη που στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα τείνει να αποτελεί την κύρια στάση ζωής. Την ανάγκη για άμεση – γρήγορη – εύκολη αλλαγή και λύση προβλημάτων σε συνδυασμό με την ελάχιστη ή ακόμα καλύτερα καθόλου συμμετοχή του προσώπου.
Πρόκειται για μία πολύ φυσιολογική ανθρώπινη επιθυμία που η παγίδα δεν είναι η ύπαρξή της αλλά το πώς έχει να τη διαχειριστεί ο άνθρωπος. Το ζητούμενο δηλαδή δεν είναι κάποιος να μη νιώσει την ανάγκη για την πιο εύκολη λύση με τον πιο εύκολο τρόπο αλλά να έχει συνείδηση του τι αφορά αυτή η προσδοκία και προς ποια κατεύθυνση μπορεί πραγματικά να βρει λύσεις.
Μια τέτοια στάση καθρεπτίζει την παιδική πραγματικότητα και την ψευδή αίσθηση μέσα από την οποία όλα λειτουργούν και γίνονται σαν από μόνα τους, πολύ εύκολα και χωρίς κόστος. Το μικρό παιδί βλέπει να γίνονται όλα από το μπαμπά και τη μαμά, να υπάρχει το σπίτι, το φαγητό, τα ρούχα και τα παιχνίδια, τα πάντα που πλαισιώνουν την καθημερινή ζωή σαν να είναι αυτονόητα. Για το μικρό παιδί τα Χριστούγεννα , τις Απόκριες, το καλοκαίρι κ.λ.π , η ευχάριστη ατμόσφαιρα βιώνεται να προκύπτει πολύ εύκολα και μοιάζει δεδομένη.
Η ενήλικη ζωή και πραγματικότητα συνεπάγεται το πέρασμα στην εξελικτική φάση ότι τα πράγματα πια χρειάζεται να προκύπτουν σαν αποτέλεσμα της προσωπικής συμμετοχής και της ενέργειας που έχει να καταβληθεί ως προς την επίτευξή τους. Από αυτή την άποψη η ενηλικίωση είναι και μια μορφή ξεβολέματος και απώλειας της δυνατότητας για απολαβή οφελών χωρίς κόστος και για να μπορέσει να βιωθεί λειτουργικά, χρειάζεται ο άνθρωπος να αποδεχτεί και να σταθεί στη ζωή ως προς αυτή την πραγματικότητα.
Η καταφυγή στη χρήση προϊόντων και υπηρεσιών που υπόσχονται εύκολες και μαγικές λύσεις, η αναζήτηση συνταγών και ¨ κόλπων ¨, το αλκοόλ, τα ναρκωτικά, ο τζόγος, η βουλιμία, το σεξ για το σεξ ξεκομμένο από τη σχέση και την αγάπη, αν και αφορούν διαφορετικές εκφράσεις είναι ¨ τρόποι φυγής ¨, και έχουν στην ουσία κάτι κοινό σαν βάση. Αυτό είναι το ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το ¨ ζητούμενο¨ για κάποιον είναι η ανάγκη για αλλαγή ή βίωση κάποιας πραγματικότητας, με άλλα λόγια η φυγή από κάποια συγκεκριμένη κατάσταση και η μετάβαση σε μία άλλη που να είναι καλύτερη σε ότι κατά περίπτωση συνεπάγεται αυτό.
Η υπαρξιακή πραγματικότητα όντως χαρακτηρίζεται από το ότι ο άνθρωπος αναζητάει τη χαρά και την ικανοποίηση, και στα πλαίσια αυτής της αναζήτησης που είναι μία διαρκής κατάσταση συνυφασμένη με τη ζωή παλεύει με τον πόνο, τη φθορά, τη ματαίωση, και τα αδύνατα σημεία του που είναι και αυτά επίσης απόλυτα συνυφασμένα με την έννοια της ζωής.
Ταυτόχρονα η ανθρώπινη πραγματικότητα χαρακτηρίζεται από τη μοναδικότητα της επίγνωσης της μοίρας του θανάτου, κάτι που επιδρά καταλυτικά στην αίσθηση εαυτού και ζωής. Δυσλειτουργική τοποθέτηση εδώ μπορεί να βγει μέσα από τη μοιρολατρική στάση που συνδυάζεται με παραίτηση ( αφού ο θάνατος είναι αναπόφευκτος δεν έχει νόημα η προσπάθεια για τίποτα ), ή από την ψευδαίσθηση αποφυγής του θανάτου (αφού ο θάνατος είναι αναπόφευκτος δεν έχει νόημα καμία αξία ζωής και ηθική, ας ζήσω σαν να μην πρόκειται ποτέ να πεθάνω ).
Ο άνθρωπος λοιπόν μέσα από τη διαδικασία της ζωής έρχεται αντιμέτωπος τόσο με την υπαρξιακή πραγματικότητα όσο και με την εκάστοτε πραγματικότητα που βιώνει.
Η πραγματικότητα όμως σπάνια μπορεί να είναι τόσο ιδανική που να ικανοποιεί απόλυτα και αυτό μόνο πρόσκαιρα και περιστασιακά. Το κυρίαρχο βίωμα και αίσθηση είναι ότι πάντα κάτι λείπει, πάντα κάτι χρειάζεται να είναι διαφορετικό, συνήθως ο κάθε άνθρωπος κάτι έχει να παλέψει ή σε σχέση με τις συνθήκες ζωής του, ή σε σχέση με τον εαυτό του την ¨ αχίλλειο ¨ πτέρνα του.
Οι φυσιολογικές αντιδράσεις μπροστά σε μια δύσκολη κατάσταση είναι ή η φυγή ή η μάχη. Η ανακούφιση από τη δυσφορία είναι και στις δυο περιπτώσεις το ζητούμενο. Είτε κάποιος έχει να φροντίσει σε σχέση με κάτι σωματικό π.χ. παραπάνω κιλά, είτε σε σχέση με κάτι συναισθηματικό π.χ. φοβίες, ανασφάλειες, πάθη κ.α. , είτε σε σχέση με κάποια κατάσταση π.χ. μοναξιά, κακή σχέση, απόλυση από εργασία κ.α. το κοινό σημείο είναι η έντονη συναισθηματική δυσφορία που μπορεί να συνεπάγεται αυτό.
Σε τέτοια βιώματα είναι σαν να αναβιώνει και να αναπαράγεται η αίσθηση δυσφορίας που νιώθει κάποιος σαν παιδί όταν συναντάει τις πρώτες αρνήσεις και οριοθετήσεις από το περιβάλλον. Είναι σαν την εικόνα που μπορεί να δει κανείς με ένα παιδί να αντιδρά, να κλωτσάει, να χτυπάει ή να δαγκώνει τους γονείς, να μη δέχεται με τίποτα κάτι που είναι αντίθετο με τις αδιαφοροποίητες επιθυμίες του. Το μόνο που υπάρχει εκείνη τη στιγμή είναι η ανάγκη για άμεση ικανοποίηση της παρόρμησης που θα συνοδευτεί από αντίστοιχη ανακούφιση.
Στην φάση της νηπιακής και παιδικής ηλικίας όλες αυτές οι καταρχήν φυσιολογικές αντιδράσεις καθρεπτίζουν τη σταδιακή κατάκτηση από το παιδί της ικανότητας να αντέχει την αναμονή και την ακύρωση των παρορμήσεών του. Αυτό γίνεται μέσα από την συγκρότηση και δόμηση εαυτού όταν τα πράγματα αντιμετωπιστούν με λειτουργικό τρόπο από το περιβάλλον της οικογένειας.
Το δίπολο δυσφορία – ανακούφιση όμως είναι που αναπαράγεται σαν συναισθηματική κατάσταση σε κάθε φάση ζωής τόσο με αφορμή το βιολογικό μας υπόστρωμα ( πείνα, δίψα, αποφυγή του πόνου κ.α.), όσο και με επίκτητες αιτίες που αφορούν κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα ( κατοχή υλικών αγαθών, φιλίες, συντροφική σχέση κ.α ).
Τα πρότυπα και οι αναπαραστάσεις στη σημερινή κοινωνία λειτουργούν καταλυτικά σε δύο επίπεδα. Από τη μία βομβαρδιζόμαστε καθημερινά με την εικόνα μιας εύκολης, άνετης ιδανικής ζωής με πληρότητα σε υλικά και τελειότητα εικόνας του ανθρώπου. Στα σήριαλ, τις ταινίες, τις διαφημίσεις, τα περιοδικά κ.λ.π. η ζωή προβάλλεται κατά κόρον με ανθρώπους όμορφους, με τέλειες αναλογίες, επαγγελματικά πετυχημένους πλαισιωμένους με ένα αξιοζήλευτο σπίτι, αυτοκίνητο, ντύσιμο κ.λ.π.
Από την άλλη θρέφουν και διογκώνουν ανάγκες με τρόπο που το σημαντικό δεν είναι η ικανοποίησή τους αλλά οι ίδιες οι ανάγκες. Έτσι αυτό που κυριαρχεί δεν είναι το αίσθημα ικανοποίησης αλλά το ανικανοποίητο από τις εκάστοτε μη εκπληρωμένες ανάγκες.
Τελικά το συναίσθημα που φαίνεται να σταθεροποιείται σαν βασική αίσθηση ζωής έχει να κάνει με την έλλειψη χαράς και πληρότητας, αυτή την έλλειψη ικανοποίησης που χαρακτηρίζει πλέον τις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες όπου η κατάθλιψη αποτελεί την τρίτη σημαντικότερη ασθένεια με προβλέψεις στην επόμενη δεκαετία να είναι η νούμερο ένα ασθένεια που θα τις πλήττει.
Μπροστά σε αυτή την αίσθηση της ανάγκης για αλλαγή κάποιας πραγματικότητας σε σχέση με το συναισθηματικό έλλειμμα που αυτή βιώνεται, τρόποι φυγής έχουν έντονα ανακουφιστικό και για αυτό εθιστικό χαρακτήρα.
Οι τρόποι φυγής χαλαρώνουν, απελευθερώνουν, διογκώνουν έστω και με ψευδαισθητικό τρόπο την ελπίδα, ικανοποιούν την προσδοκία, συνεπάγονται έστω και πρόσκαιρα ηδονή και απόλαυση μέσω κάποιας εκτόνωσης, και μάλιστα χωρίς να απαιτούν ιδιαίτερη κούραση, προσπάθεια και αυτοέλεγχο.
Στην ουσία όμως μέσα από αυτούς τους τρόπους γίνεται μια προσπάθεια να καλυφθεί κάποια άλλη ουσιαστικότερη εσωτερική ανάγκη, ένα βαθύτερο προσωπικό κενό το οποίο όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να καλύψουν.
Αυτός είναι και ο λόγος που την αρχική ανακούφιση υποδέχεται ένα μεγαλύτερο βύθισμα και κενό, μια ακόμα πιο έντονη απογοήτευση και δυσφορία με αποτέλεσμα να αναζητείται με ακόμα μεγαλύτερη ένταση η επόμενη φορά, η επόμενη δοκιμή μέσα από τον ίδιο τρόπο αφού για λίγο έφερε καλή γεύση, με την απατηλή προσδοκία της μονιμοποίησης αυτής της καλής αίσθησης.
Τη στιγμή που ο βουλιμικός τρώει, ο αλκοολικός πίνει, ο υπέρβαρος επενδύει σε μαγικές λύσεις κ.λ.π. βιώνει πρόσκαιρα όλα τα παραπάνω που αρχικά τον ζωντανεύουν αλλά που πολύ σύντομα ξεθωριάζουν .
Είναι βέβαια πλέον αποδεδειγμένο πως το πρόβλημα είναι μόνο η επιφάνεια, για παράδειγμα ο βουλιμικός δεν προσπαθεί να καλύψει την πραγματική ανάγκη του για φαγητό αλλά αυτή η αντίδραση εκφράζει και καθρεπτίζει άλλα βαθύτερα κομμάτια, και το ίδιο ισχύει και για οποιαδήποτε άλλη συμπεριφορά που εκφράζεται μέσα από κάποιο τρόπο φυγής.
Η λειτουργική δυνατότητα βρίσκεται μόνο στο άμεσο και πραγματικό αντίκρισμα της όποιας κατάστασης, έτσι ώστε να κατανοηθεί και να απαντηθούν οι πραγματικές αιτίες που δυσκολεύουν, οι λόγοι που τις συντηρούν ή τις ενισχύουν και να αναληφθεί η ευθύνη του τι και πώς έχει να αλλάξει για να αλλάξει τελικά και η κατάσταση.
Αν για παράδειγμα θέλω να χάσω κιλά έχω να εστιάσω στο τι τρώω και πως επιδρά στο μεταβολισμό μου, πώς αυτό συνδυάζεται με τις συνήθειες ζωής μου ( κάπνισμα, καθιστική ζωή, έλλειψη άσκησης κ.α. ), πότε χάνω τον έλεγχο στο φαγητό ( π.χ. στη στεναχώρια, θυμό, μοναξιά κ.λ.π. ), και τι συμβολίζει για μένα, ώστε όπου είναι απαραίτητο να κάνω τις απαιτούμενες διορθωτικές κινήσεις. Αυτό βέβαια συνεπάγεται την ξεκάθαρη και ενεργή δική μου συμμετοχή κάτι που δεν είναι πάντα εύκολο αφού απαιτεί και αντίστοιχη καταβολή ενέργειας.
Αν στηρίξω την αλλαγή που προσδοκώ σε λύσεις που δεν αφορούν τις πραγματικές αιτίες, τότε αφού δεν διαφοροποιώ το πώς παράγεται το πρόβλημα είναι φυσικό να μην αλλάζει και το αποτέλεσμα.
Το χειρότερο στις περιπτώσεις που η λύση επενδύεται σε αντιστοίχους τρόπους είναι ότι το άτομο πιστεύοντας ότι έχει βρει κάποια μέθοδο, κάποια δυνατότητα, τελικά αφήνεται ακόμα περισσότερο με αποτέλεσμα την επιδείνωση της κατάστασης μακροπρόθεσμα. Ο βουλιμικός δηλαδή πιστεύοντας ότι πίνοντας το x τσάι θα αδυνατίσει θα αφεθεί και θα φάει περισσότερο, ο αλκοολικός πιστεύοντας ότι πίνοντας θα καταφέρει να μονιμοποιήσει την αίσθηση χαλάρωσης που φέρνει το ποτό πίνει περισσότερο και ούτω καθεξής.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος εκτός από το αντίκρισμα της πραγματικότητας κατάματα. Δεν υπάρχουν απαντήσεις που να βρίσκονται έξω από τον άνθρωπο που τις ψάχνει. Το ψάξιμο των λύσεων και των απαντήσεων μακριά από αυτόν που τις αναζητεί είναι ο πιο εξασφαλισμένος τρόπος για αποπροσανατολισμό.
Δεν υπάρχει αλλαγή ή επιτυχία που να μην προϋποθέτει την απόλυτη συμμετοχή του προσώπου.
Δεν υπάρχουν λύσεις που να είναι άσχετες ή ξεκομμένες από την αλήθεια κάποιου.
Όσο κάποιος προσπαθεί συνειδητά ή ασυνείδητα να αποφύγει την αλήθεια του τόσο απομακρύνεται από την δυνατότητα να ζήσει πραγματική ικανοποίηση, τόσο στην ουσία κλέβει ελευθερία από τον εαυτό του.
Όλες οι λύσεις, όλες οι απαντήσεις, όλες οι αλήθειες βρίσκονται μέσα μας, ακόμα και στις πιο δύσκολες περιπτώσεις ο εαυτό μας βαθιά μέσα του ξέρει όλα τα πως, τα τι, τα γιατί. Όταν δεν επιτρέπουμε ή δεν αντέχουμε να τα αγγίξουμε τότε θα χρειάζεται να εναποθέτουμε την ευθύνη κάπου αλλού, φτιάχνοντας έτσι ένα πολύ καλό άλλοθι αλλά αυτό δεν θα αλλάζει την πραγματικότητα που δεν θα έχει ζωή.
Είναι εκεί που η ζωή ταυτίζεται με την επιβίωση αλλά που κάποιος όταν πεθαίνει δεν έχει ζήσει πραγματικά.
Μόνο όταν κάποιος τολμήσει να αγγίξει και να επεξεργαστεί τις αλήθειες που οδηγούν στο επιθυμητό, μόνο αν τις αξιοποιήσει μπορεί αναλαμβάνοντας την ευθύνη της ζωής του και του εαυτού του να ανακαλύψει το ότι παράγει τη δυνατότητα για αληθινή χαρά, ομορφιά και ικανοποίηση.
Υπάρχουν δύο σημαντικές κατηγορίες ανθρώπων. Αυτοί που θρηνούν και παραπονιούνται για όλα αυτά που δεν μπορούν, που δεν τους προσφέρονται, για τα χαμένα τους όνειρα και τις αδικίες της ζωής, και αυτοί που παλεύουν για τα όνειρα και τις επιθυμίες τους, αντέχουν να αναλάβουν το κόστος του να αγγίξουν τις αλήθειες που χρειάζεται για να παράγουν το διαφορετικό, που παίρνουν την ευθύνη να υπερασπιστούν αυτά που λαχταρούν μέσα από τη δική τους συμμετοχή.
Οι αδικίες, οι ατέλειες, τα εμπόδια, οι αντιξοότητες της ζωής, οι αδυναμίες μας σαν στοιχείο της θνητής μας φύσης είναι και θα είναι πάντα μπροστά μας όπως και οι ευκαιρίες, οι καλές στιγμές, η εύνοια, οι δυνατότητες.
Αν κάποιος αφεθεί συνειδητά ή ασυνείδητα στη μοιρολατρική μη ανάληψη ευθύνης, τότε ίσως να μην ανακαλύψει ποτέ τις δυνατότητες που έχουν ζωή, ίσα ίσα που το αναμενόμενο είναι ότι θα επαληθευτεί και θα επιβεβαιωθεί η πρώτη κατάσταση.
Είναι πλέον θέμα προσωπικής επιλογής τι θα αποφασίσει κάποιος για τον εαυτό του αν και συνήθως κάποιοι που επέλεξαν σαν στάση ζωής τη μη κινητοποίηση ως προς τα όνειρα και τις λαχτάρες τους, φτάνοντας προς το τέλος της ζωής τους παραπονιούνται για τη ζωή που δεν τους τα έφερε όπως τα ήθελαν και πόσο άντεξαν, άσχετα του ότι είχαν και οι ίδιοι συμμετοχή σε αυτό.
Στη ζωή μας συμμετέχουμε ούτως ή άλλως. Ακόμα και η μη αντίδραση ή η σταθερά λανθασμένη αντίδραση είναι τελικά μορφές αντίδρασης. Ακόμα και η μη απόφαση γίνεται μακροπρόθεσμα απόφαση ζωής. Ακόμα και η παθητικότητα είναι τρόπος που ενεργεί κάποιος στη ζωή του.
Η προσωπική επιλογή λοιπόν είναι αυτή μέσω της οποίας καθορίζουμε πως θέλουμε να σταθούμε στη ζωή που μας προσφέρεται και είναι μόνο ευλογία η επίγνωση ότι ο δρόμος που οδηγεί στην ουσιαστική ικανοποίηση μπορεί να φαντάζει λιγότερο βατός αλλά μας οδηγεί μακροπρόθεσμα στον επιθυμητό προορισμό.